Η εξώτερη υδροθεραπεία ως μορφή Ιαματικής Ιατρικής συνίσταται στην εμβύθιση του σώματος στο νερό που επηρεάζει την αιματική ροή των νεφρών και τα νεφρικά ρυθμιστικά συστήματα με πολλούς τρόπους καθόσο η ροή του αίματος στους νεφρούς αυξάνεται αμέσως μετά την εμβύθιση προκαλώντας αύξηση της κάθαρσης κρεατινίνης και απέκκριση νατρίου και καλίου.
Η αύξηση της απέκκρισης νατρίου είναι χρονοεξαρτώμενη και αυξάνεται ως συνάρτηση του βάθους του νερού, λόγω της μετατόπισης του αυξημένου ενδοαγγειακού όγκου πλάσματος. Κατά τη διάρκεια της εμβύθισης του σώματος, ο όγκος του πλάσματος αρχικά αυξάνεται, καθώς η πίεση στους εμβυθιζόμενους ιστούς αυξάνει πάνω από την τριχοειδή πίεση, ευνοώντας την τριχοειδή απορρόφηση. Η μετατόπιση υγρού προέρχεται από τον ενδοκυττάριο χώρο και ο ρόλος των νεφρών σε σύντομη εμβύθιση είναι η ελαχιστοποίηση της αύξησης του όγκου του πλάσματος που διαφορετικά θα οδηγούσε σε πολύ μεγαλύτερη αύξηση της καρδιακής παροχής.
Η νεφρική λειτουργία περαιτέρω ρυθμίζεται σε μεγάλο βαθμό από τις ορμόνες ρενίνη, αλδοστερόνη και αντιδιουρητική ορμόνη, οι οποίες επηρεάζονται σημαντικά από την εμβύθιση του σώματος στο νερό όπως η ρενίνη που διεγείρει την αγγειοτασίνη, η οποία με τη σειρά της διεγείρει την απελευθέρωση αλδοστερόνης. Ωστόσο, η δραστικότητα της ρενίνης μειώνεται με την εμβύθιση κατά χρονοεξαρτώμενο τρόπο, από λεπτά μέχρι ώρες παραμονής στο νερό ενώ οι διουρητικές και νατριουρητικές αποκρίσεις εμφανίζονται μετά από 40 λεπτά εμβύθισης του σώματος. Ο συνδυασμός επιδράσεων της εμβύθισης τόσο στο ουροποιητικό όσο και στο συμπαθητικό νευρικό σύστημα οδηγεί σε μείωση της αρτηριακής πίεσης σε παρατεταμένη εμβύθιση και για ορισμένο χρονικό διάστημα.
Η εσωτερική υδροθεραπεία ως ποσιθεραπεία αποτελεί συμπληρωματική μορφή θεραπείας που περιλαμβάνει την κατανάλωση συγκεκριμένης ποσότητας ιαματικού νερού στον τόπο παραγωγής, γεγονός που μπορεί να επιδράσει ευεργετικά σε διάφορες παθήσεις του ουροποιητικού συστήματος, υπό την ευρεία έννοια όμως και η κατανάλωση νερού με ιδιαίτερη σύσταση είναι μορφή ποσιθεραπείας.
Στο ουροποιητικό σύστημα η λιθίαση μπορεί να είναι φλεγμονώδους, μη φλεγμονώδους, γενετικής ή φαρμακευτικής αιτιολογίας, ενώ, από άποψη σύστασης, συχνότεροι είναι οι λίθοι του οξαλικού ασβεστίου (56-61%), του φωσφορικού ασβεστίου (8-18%) και του ουρικού οξέως (9-17%). Η αιτιολογία της λιθίασης του ουροποιητικού δεν είναι πλήρως διευκρινισμένη, φαίνεται όμως ότι σημαντικό ρόλο παίζουν τόσο γενετικοί όσο και περιβαλλοντικοί παράγοντες, όπως η διατροφή και το κλίμα. Ασθενείς με ιστορικό λιθίασης βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο υποτροπής και αυτό εξαρτάται από διάφορες παραμέτρους, όπως είναι η σύσταση των λίθων και το φορτίο της νόσου, η πρώιμη εμφάνιση και το οικογενειακό ιστορικό, καθώς και η συνύπαρξη γενετικών διαταραχών ή συγγενών ανωμαλιών του ουροποιητικού.
Η χρήση αυτού του ιαματκού νερού προκαλεί σημαντική αύξηση τόσο του pH των ούρων και μάλιστα σε επίπεδα που θεωρούνται αποτρεπτικά για τον επανασχηματισμό λίθων οξαλικού Ca2+, όσο και της συγκέντρωσης αναστολέων της λιθογένεσης όπως Mg2+ και κιτρικών ενώ ο υπερκορεσμός των ούρων σε οξαλικό Ca2+ μειώθηκε σημαντικά, όπως και η κατακρήμνιση ουρικού οξέως.
Αναμφισβήτητα η πόση του ιαματικού νερού φαίνεται ότι μπορεί έχει ευεργετική επίδραση στην πρόληψη των υποτροπών της λιθίασης οξαλικού Ca2+ και ουρικού οξέως ενώ το ιαματικό νερό, καταγράφηκε σημαντικότερη αύξηση της αποβολής κιτρικών και Mg2+, καθώς και μείωση του υπερκορεσμού των ούρων σε κρυστάλλους, γεγονός που υποδηλώνει πιθανή προφυλακτική ή και θεραπευτική δράση στην λιθίαση του οξαλικού Ca2+.
Η πρόσληψη άφθονης ποσότητας υγρών αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο στην πρόληψη και την μείωση των υποτροπών της λιθίασης του ουροποιητικού, η οποία αποτελεί σημαντική κλινική οντότητα με δυσχερή, πολλές φορές, οριστική θεραπεία. Τα ιαματικά νερά ασκούν προφυλακτική δράση έναντι της λιθίασης αφ’ ενός αυξάνοντας τον όγκο των ούρων και την απέκκριση αναστολέων της λιθογένεσης και αφ’ ετέρου μειώνοντας τον υπερκορεσμό των λιθιασικών κρυστάλλων στα ούρα. Προφυλακτική δράση έχουν επίσης τα μεταλλικά νερά, οι χυμοί καθώς και τα εκχυλίσματα βοτάνων.